Συνεχής κοινή άλεση ελαιόκαρπου (ή σύστημα βιομηχανικής επεξεργασίας ελαιόκαρπου )-Μία διαδικασία μείωσης; του κόστους παραγωγής -Αρθρο του γεωπόνου Κώστα Μπούντα
Με απλά λόγια και σε αδρές γραμμές να εξηγήσουμε ότι πρόκειται για μια διαδικασία μαζικής επεξεργασίας του ελαιόκαρπου όλων των παραγωγών , με βασικό στόχο τη μείωση του κόστους επεξεργασίας .Κατά τη διαδικασία αυτή , ο ελαιόκαρπος παραλαμβάνεται , ζυγίζεται , λαμβάνεται ένα δείγμα για τον προσδιορισμό της ελαιοπεριεκτικότητας και την μέτρηση της οξύτητας και με βάσει αυτά ο ελαιοπαραγωγός πληρώνεται την αξία του εκτιμώμενου να παραχθεί ελαιολάδου .
Ξέρουμε βέβαια ότι ο κάθε Έλληνας ελαιοπαραγωγός είναι υπερήφανος για τις ελιές και το ελαιόλαδό του , ότι είναι το καλύτερο στο κόσμο κι ότι αισθάνεται αδικημένος από το προσωπικό του όφελος σε σχέση με τη ποιότητα του προϊόντος του.Γι αυτό θέλω να σημειώσω εδώ ότι το εύλογο βασικό πρόβλημα του προσδιορισμού της ελαιοπεριεκτικότητας στην προαναφερθείσα διαδικασία , αντιμετωπίζεται με ακριβοδίκαιο τρόπο με τη χρήση σύγχρονων ηλεκτρονικών ταχυμετρητών .Η διαδικασία ελαιοποίησης μετά την έναρξη της επεξεργασίας , είναι αυτοματοποιημένη και έτσι υπάρχει πλήρης εκμετάλλευση της δυναμικότητας του εξοπλισμού , με μηδενισμό των νεκρών χρόνων εναλλαγής πελατών και με το συνεχή καθαρισμό και τροφοδοσία των μαλακτήρων και των φυγοκεντρικών .
Άλλωστε κάπως έτσι δεν παραδίδει ο κτηνοτρόφος το γάλα στο τυροκομείο και εισπράτει την αξία του – σύμφωνα με τις προδιαγραφές που έχουν συμφωνηθεί σχετικά με την λιποπεριεκτικότητα , το μικροβιακό φορτίο , τη πιθανή νοθεία με νερό ή την ανάμειξη με άλλο γάλα .
Το ίδιο γίνεται και με τον βαμβακοπαραγωγό ή παλιότερα με τον τευτλοπαραγωγό και με όλα σχεδόν τα αγροτικά προϊόντα – παραδίδεις πρώτη ύλη και εισπράττεις την αξία της σύμφωνα με τις προδιαγραφές που έχουν συμφωνηθεί – δεν εισπράττεις ύφασμα ή ζάχαρη .
Μπορεί για τον ελαιόκαρπο , σα διαδικασία να ακούγεται παράξενη , γιατί τα περισσότερα ελαιοτριβεία της χώρας μας όπως ξέρουμε , λειτουργούν με το σύστημα της μεμονωμένης άλεσης ( ανά παρτίδα ) επεξεργάζονται τον ελαιόκαρπο του κάθε παραγωγού χωριστά και του αποδίδουν το παραγόμενο ελαιόλαδο που προκύπτει . Αλλά σε περιοχές της χώρας μας που έχουν μεγάλη ελαιοπαραγωγή , αρκετά ελαιοτριβεία λειτουργούν με το σύστημα της κοινής άλεσης , δηλαδή επεξεργάζονται τον ελαιόκαρπο όλων των παραγωγών μαζικά και δεν αποδίδουν το παραγόμενο ελαιόλαδο στο κάθε παραγωγό , αλλά την χρηματική αξία πώλησής του , αφού αφαιρέσουν ένα ποσοστό ανάλογο με τη προσυμφωνηθείσα αμοιβή τους, για την όλη επεξεργασία .
Αντίθετα σχεδόν το σύνολο των ελαιοτριβείων της Ισπανίας, της Ιταλίας, της Τυνησίας λειτουργούν με το σύστημα της κοινής άλεσης ( βιομηχανικής επεξεργασίας ) , καλύπτοντας ποσοστό παγκόσμιας παραγωγής μεγαλύτερο του 60%, με συνεχή τάση ανόδου του ποσοστού αυτού και βέβαια να μη μας διαφεύγει ότι είναι αυτές που διαμορφώνουν και τις τελικές τιμές πώλησης του ελαιολάδου στη διεθνή αγορά .
Η εμπειρία από τα ελαιοτριβεία αυτά δείχνει ότι προκύπτουν αρκετά πλεονεκτήματα για τον ελαιοπαραγωγό , το ελαιοτριβείο αλλά και το ελαιόλαδο , μεταξύ των οποίων τα πιο χαρακτηριστικά είναι ότι :
Μπορεί να γίνεται αυθημερόν η επεξεργασία του καθημερινά συγκομιζόμενου ελαιόκαρπου – που είναι πολύ σημαντικό για την ποιότητα του παραγόμενου ελαιολάδου
Ο μηχανολογικός εξοπλισμός θα λειτουργεί στο 95-100% του δυναμικού τους και όχι όπως γίνεται με τις μικρές ποσότητες στο 40-50% του δυναμικού τους
Ο παραγωγός μπορεί να προσδοκά και στην πληρωμή μεγαλύτερης ποσότητας ελαιολάδου , λόγω της δυνατότητας μείωσης του % εκθλιπτικού δικαιώματος από τη μείωση του συνολικού λειτουργικού κόστους του ελαιοτριβείου και την αγορά δοχείων .
Δεν γίνονται μεταγγίσεις επί μεταγγίσεων και έτσι μηδενίζεται η έκθεση του ελαιόλαδου στον αέρα , το οξυγόνο και το φώς , η ποιότητα του ελαιόλαδου φυλάσσεται σωστά σε μεγάλες δεξαμενές με σύστημα αζώτου και ελεγχόμενης θερμοκρασίας .
Ο ελαιοπαραγωγός εξοικονομεί χρόνο , αφού έχει να κάνει μόνο την παράδοση του καρπού
Το ελαιοτριβείο εξοικονομεί ενέργεια λόγω της συνεχούς λειτουργίας του ελαιοτριβείου , από την πλήρη εκμετάλλευση του μηχανολογικού εξοπλισμού, από τη μείωση του χρόνου εργασίας , αφού η ροή είναι συνεχής , μπορεί να γίνει συντονισμός του χρόνου παραλαβής του ελαιόκαρπου και έτσι εξυπηρετούνται περισσότεροι ελαιοπαραγωγοί και καλύτερα , η τήρηση των κανόνων ασφαλούς λειτουργίας είναι ευκολότερη άρα και μείωση ή εξάλειψη εργατικών και λοιπών ατυχημάτων και το σπουδαιότερο έχει στις δεξαμενές του μεγάλη ποσότητα ελαιολάδου άριστης ποιότητας , άρα ισχυρότερη διαπραγματευτική δύναμη .
Θα μου πείτε τι θέλεις και τα αναφέρεις όλα αυτά τώρα που τέλειωσε η ελαιοσυλλογή και η παραγωγή λαδιού .
Τα αναφέρω για δυο βασικούς λόγους
1. Σίγουρα δεν μπορεί από μόνη η διαδικασία κοινής άλεσης να μας λύσει τα προβλήματα , μπορεί όμως να αποτελέσει τη βάση μιας σωστής συνεργασίας , διότι τώρα έχουμε μπροστά μας τον απολογισμό της φετινής δύσκολης και ιδιαίτερης χρονιάς , αλλά και των προηγούμενων, μπορούμε να κάνουμε την αυτοκριτική μας και να καταλήξουμε στο αν είμαστε ευχαριστημένοι , αν θέλουμε να κάνουμε διορθωτικές κινήσεις για να πάμε καλύτερα , αν μας ενδιαφέρουν οι εξαγωγές μας και γενικότερα αν μας ενδιαφέρει σοβαρά το μέλλον του ελαιοκομικού μας τομέα .
Έχουμε μιλήσει αρκετές φορές για την ελαιοκομική μας πολιτική και έχουμε πεί ότι μοιάζει σαν καράβι που ταξιδεύει χωρίς πυξίδα . Και επίσης έχουμε πει ότι πρέπει να κάνουμε την ελαιοκαλλιεργεια πιο ελκυστική , να πάρουμε εμείς οι ενδιαφερόμενοι πρωτοβουλίες , γιατί δυστυχώς δεν υπάρχει κάποιο μαγικό ραβδάκι να μας προσφέρει μια εύκολη λύση . Το πρόβλημα σίγουρα είναι σύνθετο και δύσκολο και γίνεται δυσκολότερο αν λάβουμε υπόψη ότι δεν φημιζόμαστε και τόσο για την κουλτούρα διαλόγου , ούτε μπορούμε εύκολα να παραμερίσουμε τον έμφυτο ατομικισμό μας .
Αν λοιπόν δεν προσπαθήσουμε καλή τη πίστη, να συνεννοηθούμε μεταξύ μας , ο δρόμος προς την περιθωριοποίηση του ελαιολάδου μας θα είναι δυστυχώς μη αναστρέψιμος.
2. Ο δεύτερος λόγος που καταπιάστηκα με αυτό το θέμα είναι γιατί με ανησύχησαν οι προβλέψεις του Δεκεμβρίου 2021της Ε.Ε. για την επόμενη δεκαετία, μέχρι το 2031, για το ελαιόλαδο και την επιτραπέζια ελιά. Μάλιστα αν δούμε τα στοιχεία των τελευταίων δεκαετιών τότε οι προβλέψεις αυτές όχι μόνο δεν ανατρέπονται αλλά αντιθέτως ισχυροποιούνται .
Τι προβλέπει η ΕΕ για το ελαιόλαδο την επόμενη δεκαετία , μέχρι το 2031 ? Προβλέπει αύξηση παραγωγής κατά 35% στην Ισπανία , 35% στην Ιταλία , 43% για την Πορτογαλία , ενώ για την Ελλάδα προβλέπεται σταδιακή μείωση μέχρι 14% σε σύγκριση με το μ.ο. της περιόδου 2016-2020 . Θυμάστε ασφαλώς ότι πριν μερικά χρόνια η χώρα μας βρισκόταν στην 3η θέση παγκοσμίως πίσω από την Ισπανία και την Ιταλία . Φέτος η Ελλάδα βρίσκεται στην 5η θέση, πίσω πλέον από την Τυνησία και την Τουρκία, με την Πορτογαλία 6η μεν αλλά πολύ κοντά μας.
Η ΕΕ προβλέπει ότι λόγω των αλλαγών στον τρόπο ζωής με λιγότερο μαγείρεμα στο σπίτι και αύξηση του γρήγορου εύκολου φαγητού, οι προοπτικές για τις κύριες ελαιοπαραγωγές χώρες (Ισπανία, Ελλάδα, Ιταλία και Πορτογαλία) δεν είναι θετικές και η κατά κεφαλήν κατανάλωση σε αυτές προβλέπεται να μειωθεί , διότι η εστίαση δεν συνηθίζει να χρησιμοποιεί ελαιόλαδο , πόσο μάλλον έξτρα παρθένο ελαιόλαδο
Οι προβλέψεις της ΕΕ για την επόμενη 10ετία αναφέρουν ότι ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των εξαγωγών της Ισπανίας θα ανέλθει στο 3,5%, της Πορτογαλίας στο 7% , ενώ η Ελλάδα θα περιοριστεί στο 2,5%. Άρα το σημερινό έλλειμμα ανταγωνιστικότητας θα διευρυνθεί. Από την άλλη πλευρά, η “εύκολη” διέξοδος των χύμα εξαγωγών προς Ιταλία, που απορροφά τα πλεονάσματά μας, θα δυσκολέψει ακόμη περισσότερο γιατί η Ιταλία θα περιορίσει το έλλειμμά και λόγω αύξησης της εγχώριας παραγωγής της και λόγω της ενίσχυσης των εξαγωγών Ισπανίας και Τυνησίας .
Σίγουρα δεν διαφεύγει της προσοχής το ότι έχουμε περισσότερα από 100 πιστοποιημένα αγροτικά προϊόντα μας ως ΠΟΠ και ΠΓΕ και μεταξύ αυτων πάρα πολλά ελαιόλαδα .
Το γεγονός όμως είναι ότι αυτό δεν το εκμεταλλευόμαστε διότι τα περισσότερα από αυτά διακινούνται κυρίως στην εσωτερική αγορά και η παρουσία στην εξωτερική αγορά είναι μικρή .Επίσης ξέρουμε ότι έχουν απονεμηθεί σε ατομικές , οικογενειακές επιχειρήσεις και συνεταιρισμούς , εκατοντάδες διεθνή βραβεία για το ελαιόλαδό τους και αυτό γίνεται σχεδόν κάθε χρόνο . Το γεγονός όμως είναι ότι αυτό δεν βοήθησε και δεν βοηθάει την συνολική εικόνα και τις εξαγωγές μας . Δεν ξέρω αν οι ανταγωνιστές μας παίρνουν περισσότερα βραβεία , το σίγουρα είναι ότι κάτι κάνουν διαφορετικά και καλύτερα , αλλιώς δεν εξηγείται , διότι οι επιδόσεις μας στις εξαγωγές είναι σε πολύ χαμηλά μονοψήφια μερίδια σε όλες τις χώρες του πλανήτη.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα :
Οι ΗΠΑ εισάγουν 332.000 τόνους , το μερίδιό μας είναι 1,06%
Η Κίνα εισάγει περίπου 40.000 και η χώρα μας από μερίδιο 14% υποχώρησε στο 4% , παρά τις δεκάδες επισκέψεις πολυμελών αντιπροσωπειών , την παραχώρηση λιμανιών , δυστυχώς δεν θυμηθήκαμε να συμπεριλάβουμε και κάποια άλλα ανταλλάγματα π.χ συμβόλαια εξαγωγής ελαιολάδου .
Η Γαλλία , που εισάγει περίπου 150.000 τόνους , είναι μια αγορά με τόσο ευνοϊκά για τη χώρα μας δεδομένα (μακρόχρονοι πολιτιστικοί, οικονομικοί, πολιτικοστρατιωτικοί δεσμοί, μέλη της Ε.Ε., ισχυρό τουριστικό ρεύμα, γαστριμαργική παράδοση κ.ά.) η ελληνική παρουσία είναι εξαιρετικά χαμηλή 0.93% με 1300 τόνους , τη στιγμή που η Ισπανία κατέχει το 65% , η Ιταλία το 25% και η Τυνησία το 5%.
Στην Αυστραλία το μερίδιό μας είναι 4% , με 1400 τόνους – και να σκεφθείτε ότι η Μελβούρνη μετά την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη είναι η 3η σε μέγεθος μεγαλύτερη πόλη με 300.000 Έλληνες περίπου . Να σημειώσουμε επίσης ότι από τις εξαγωγές χύμα – Ιταλία – χάνουμε περισσοτερα απο 1,5 ευρώ /λίτρο
Σύμφωνα με τον ΕΦΕΤ πάντως η παραγωγή του ελαιόλαδου στην Ελλάδα δεν έχει ακόμη πλήρως συγχρονιστεί με τις επιταγές της επιστήμης και της σχετικής εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας , για την προάσπιση τόσο της ποιότητάς του όσο και των συμφερόντων των καταναλωτών. Και γενικότερα θα λέγαμε , η ελληνική αγροτική οικονομία δεν έχει επιδείξει ικανοποιητικά αντανακλαστικά προσαρμογής στο διεθνή ανταγωνισμό.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι την τιμή του ελαιολάδου τη διαμορφώνει η διεθνής αγορά, άρα πρέπει να δημιουργήσουμε τέτοιες προϋποθέσεις ώστε ο ελαιοπαραγωγός να έχει ένα ικανοποιητικό εισόδημα , χωρίς να εξαρτάται αποκλειστικά από την τιμή του προϊόντος.
Για να το πετύχουμε αυτό καλό είναι να μειώσουμε το κόστος παραγωγής και επεξεργασίας συγχρόνως να παράγουμε λάδι άριστης ποιότητας και να βελτιώσουμε το μάρκετιγκ .Μια πρόταση για μείωση του κόστους με την παραγωγή άριστης ποιότητας ελαιόλαδο , είναι αυτή που περιγράψαμε , που ίσως τα επόμενα χρόνια να οδηγήσει και στην Ελλάδα πολλά ελαιοτριβεία να εφαρμόσουν το σύστημα της συνεχούς κοινής άλεσης (βιομηχανικής επεξεργασίας
Η Διεπαγελματική ελαιολάδου τι έχει να πει ?
Ο Κώστας Μπούντας είναι γεωπόνος.