Η ιστορία δεν παραγράφεται, δεν διαγράφεται και κυρίως δεν εξωραΐζεται εκ των υστέρων, προκειμένου να «δικαιώσει» τα λάθη των πρωταγωνιστών της.
Από τα Ίμια το 1996 και τη Μαδρίτη το 1997 μέχρι το Ελσίνκι το 1999, η Κυβέρνηση Σημίτη εγκλώβισε την Ελλάδα σε μια λάθος στρατηγική που αποδέχονταν «γκρίζες ζώνες» εντός της Ελληνικής κυριαρχίας, αναγνώριζε «ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας στο Αιγαίο» και άφηνε χώρο η Τουρκία να διαμορφώσει μονομερώς και αυθαίρετα την ατζέντα των Ελληνοτουρκικών διαφορών, χωρίς Συνυποσχετικό και φυσικά με ανοιχτή την απειλή πολέμου (CASUS BELLI), εάν η Ελλάδα ασκήσει τα νόμιμα δικαιώματα της που πηγάζουν από το διεθνές δίκαιο και το δίκαιο της θάλασσας.
Η «δέσμια εντολή» που επιδίωξε να εδραιώσει η Κυβέρνηση Σημίτη για να εγκλωβίσει την Κυβέρνηση Κ. Καραμανλή, αγνοώντας τη διαχρονική και διακομματική Ελληνική θέση «περί μίας και μόνης διαφοράς, αυτής της οριοθέτησης Υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ», αποδοκιμάστηκε από τον Ελληνικό Λαό το 2004 και ανέδειξε μια παλιά στρεβλή νοοτροπία κάποιων πολιτικών κύκλων που συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν τις διεθνείς σχέσεις της Πατρίδας μας ως προσωπικές δημόσιες σχέσεις, θεωρώντας επιτυχία, όχι την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων, αλλά την εύνοια του διεθνούς παράγοντα σε προσωπικό ή μικροκομματικό επίπεδο.
Η Κυβέρνηση Κ.Καραμανλή μετά το 2004 αποδεσμεύτηκε από το Ελσίνκι. Αποκατέστησε την εθνική αξιοπρέπεια της Ελλάδας και το δικαίωμα της να αποφασίζει τουλάχιστον για τα θέματα που την αφορούν. Εδραίωσε μια νέα στρατηγική που αντιμετώπιζε ως Ευρω-τουρκικά ζητήματα τις παλιές Ελληνο-τουρκικές διαφορές. Η Ελλάδα από κρινόμενος, κατέστη κριτής της ενταξιακής πολιτικής της Τουρκίας, βασίζοντας την ετυμηγορία της στα προαπαιτούμενα της καλής γειτονίας και φυσικά του σεβασμού από τη γείτονα του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας.
Αποτέλεσμα αυτής της περήφανης και ρεαλιστικής πολιτικής ήταν η αποκατάσταση του διεθνούς κύρους της Χώρας μας, η οποία εξελέγη παμψηφεί στα Μη Μόνιμα Μέλη του Συμβουλίου Ασφάλειας του ΟΗΕ και βέβαια η σημαντική βελτίωση και των ίδιων των σχέσεων με την Τουρκία, που συνειδητοποίησε ότι η Ελλάδα είναι ένας ισχυρός γείτονας τον οποίο χρειάζεται ως γέφυρα προς τη Δύση. Η Στρατηγική αυτή επιλογή επιβεβαιώθηκε το 2014 από την Κυβέρνηση Σαμαρά, όταν ως Υπουργός Εξωτερικών ο Ευ. Βενιζέλος δήλωσε στα Ηνωμένα Έθνη, ότι η χώρα μας δεν αναγνωρίζει την υποχρεωτική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου της Χάγης για θέματα εδαφικής μας κυριαρχίας, συμπεριλαμβανομένων των χωρικών μας υδάτων.
Η εκ των υστέρων απόπειρα στρέβλωσης της πραγματικότητας δεν αγγίζει τη Νέα Δημοκρατία, η οποία διαχρονικά ταυτίστηκε με τις κορυφαίες Εθνικές Επιλογές. Η αποδεδειγμένη αντοχή που επιδεικνύει αυτή η Παράταξης στο χρόνο, οφείλεται σε αυτή ακριβώς την αξιακή προσέγγιση που τότε έκανε η Κυβέρνηση Καραμανλή: Αποφάσισε χωρίς να υπολογίσει το προσωπικό ή πολιτικό κόστος, έχοντας το βλέμμα στραμμένο όχι στις επόμενες εκλογές, αλλά στις επόμενες γενιές λογοδοτώντας όχι μόνο στο Λαό αλλά κυρίως στο Έθνος.